Δευτέρα 18 Φεβρουαρίου 2019

Ο ΧΟΙΡΟΒΟΣΚΟΣ




Μια φορά και έναν καιρο σε ένα τόπο μακρινό ζούσε ένας φτωχός πρίγκιπας.Το βασίλειο του ήταν μικρό και φτωχό.Ηταν όμως ο πρίγκιπας τολμηρός και τα χέρια του είχαν μεγάλες.Κατασκευαζε πολλά και θαυμάσια πράγματα.Καποτε γνώρισε την κόρη του αυτοκράτορα και την ερωτεύτηκε.Αποφασισε να την ζητήσει να τον παντρευτεί.
  
  Έστειλε πρώτα τα δώρα στην πριγκίπισσα.Το πρώτο δώρο ήταν μια όμορφη τριανταφυλλιά που τα άνθη της μοσχοβολουσαν όσο τίποτα στον κόσμο.Η πριγκίπισσα χάρηκε πολύ που είχε δώρα και άνοιξε το πρώτο δέμα που ήταν η τριανταφυλλιά.Η πριγκίπισσα και οι κύριες της άυλης πήγαν κοντά στην τριανταφυλλιά και όταν η πριγκίπισσα κατάλαβε ότι είναι αληθινή είπε στον πατέρα της
«Πατέρα είναι αληθινή!»
«Πφ!! Αληθινή! έκαναν και οι κύριες της άυλης.
 
«Ας δούμε το άλλο δέμα» είπε ο αυτοκράτορας.Το δεύτερο δέμα είχε ένα κλουβί και μέσα ένα αηδόνι το οποίο άρχισε να κελαηδάει και είχε το γλυκύτερου κελάηδημα του κόσμου.
«Ελπίζω να είναι ψεύτικο»είπε η πριγκίπισσα.
«Μα είναι ζωντανό» είπαν όλοι μαζί.
«Πφ! ζωντανό αφήστε το να φύγει» και έστειλε στον πρίγκιπα αρνητική απάντηση. 
   
 Ο πρίγκιπας πείσμωσε και πήρε την απόφαση του.Ντυθηκε φτωχικά και χτύπησε την πόρτα του παλατιού και ζήτησε δουλειά σαν χοιροβοσκος.Ειχαν αναγκη από χοιροβοσκο στα αυτοκρατορικά χοιροστάσια και έτσι έπιασε δουλειά. Έγινε αυτοκρατορικός χοιροβοσκος. Επειδή τα χέρια του έφτιαχναν πολλά και ωραια πράγματα άρχισε να κατασκευάζει μια χύτρα που γύρω γύρω είχε κουδουνάκια που όταν ήταν στη φωτιά τα κουδουνάκια έπαιζαν τελεια μουσική.Και όταν έβαζες στον ατμό τα δάχτυλο μπορούσες να μυρίσεις ότι φαγητό μαγειρεύονταν στο βασίλειο.
 
Η πριγκίπισσα και οι κύριες της αυλής βγήκαν την άλλη μέρα για περίπατο στους αυτοκρατορικούς κήπους και περνώντας από το χοιροστάσιο άκουσαν τα κουδουνάκια της χύτρας που ήταν στην φωτιά.Ενθουσιαστηκε με την μουσική και έστειλε κάποια από τις κύριες της αυλής να ρωτήσει την τιμή.
 «Την θέλω αυτή την χύτρα»είπε.Ο χοιροβοσκος ζήτησε 10 φιλία από την πριγκίπισσα.
 «Ανήκουστο! » φώναξε η πριγκίπισσα και ξεκίνησε για να φύγει.Μολις άκουσε το κουδουνάκια πάλι γύρισε πίσω.
«Δέκα φιλιά από μια κυρία της αυλής» είπε η πριγκίπισσα.
«Δέκα πριγκιπικά φιλιά» είπε ο πρίγκιπας χοιροβοσκος.Η πριγκίπισσα ήθελε τόσο πολύ την χύτρα που πήρε την απόφαση να δώσει τα δέκα φιλιά.Εβαλε τις κύριες της αυλής να κάνουν κύκλο για να μην την δει κανείς και ο χοιροβοσκος πήρε τα φιλιά.Η πριγκίπισσα πήρε χαρούμενη την χύτρα και με τις κύριες της αυλής ασχολούνταν όλη μέρα και βάζοντας το δάχτυλο στον ατμό μάθαιναν τα φαγητά όλων των σπιτιών.
« Μην πήγε λέξη πως απέκτησα την χύτρα» είπε η πριγκίπισσα.

«Όχι δεν θα πούμε λέξη σε κανέναν» είπαν οι κύριες της αυλής.Ο πρίγκιπας χοιροβοσκος την άλλη μέρα άρχισε να κάνει μια ροκανα που έπαιζε όλα τα βαλς που υπήρχαν στον κόσμο. 
«Μα είναι υπέροχη!»είπε η πριγκίπισσα «πάτε να ρωτήσετε την τιμή της»
«Ζητάει εκατό φιλιά» είπε η κυρία που πήγε και ρώτησε.
«Είναι τρελός εγώ μια πριγκίπισσα να φιλήσω πάλι τον χοιροβοσκο!»ξεκίνησε προς το παλάτι αλλά γύρισε πίσω αποφασισμένη να αποκτήσει την ροκάνα.
« θα του δώσω τα δέκα φιλιά και τα υπόλοιπα θα τα πάρει από μια από εσάς»πήγαν του το είπαν αλλά εκείνος επέμενε εκατό από την πριγκίπισσα.
 «Στάθηκε γύρω μου λοιπόν» είπε η πριγκίπισσα έτσι και έγινε.Ο αυτοκράτορας πατέρας της ήταν κάπου στον κήπο και περνώντας από το χοιροστάσιο απόρησε.Πηγε σιγά σιγά και τι να δει! Η πριγκίπισσα φιλούσε τον χοιροβοσκο.Θυμωσε παρά πολύ.
« Τι γίνεται εδώ;» Είπε και έδωσε ένα χαστούκι στην πριγκίπισσα και διέταξε να τους πετάξουν έξω. Η πριγκίπισσα και ο χοιροβοσκος πρίγκιπας έφυγαν από την πολιτεία και η πριγκίπισσα έκλαιγε συνεχώς και παραπονιόταν.
 

« Τι θα κανω τώρα; έπρεπε να παντρευτώ εκείνον τον πρίγκιπα και τώρα δεν θα τραβούσα όλα αυτά με αγαπούσε και θα τον έκανα ότι ήθελα» Ο χοιροβοσκος πρίγκιπας θύμωσε πολύ βλέποντας ποσό ατομιστρια ήταν πήγε παρά πέρα φόρεσε τα πριγκιπικά του ρουχα και παρουσιάστηκε μπροστά της. 
« Εγώ ο άξεστος χοιροβοσκος είμαι ο πρίγκιπας που σε αγαπησε αλλά είσαι κακομαθημένη εγωίστρια εκμεταλλεύεσαι τα αισθήματα των άλλων για αυτό εγώ σε περιφρονώ.»Και γυρνώντας την πλάτη έφυγε και την παράτησε.Τωρα μόνη χωρίς πρίγκιπα χωρίς παλάτι χωρίς τον πατέρα της. Αυτή ήταν η αμοιβή της!


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Η ΑΣΠΡΗ ΓΑΤΑ   Μια φορά κι έναν καιρό ήταν ένας βασιλιάς που είχε τρεις γιους, που ήταν όλοι τόσο έξυπνοι και γενναίοι που άρχισε να φοβάται...