ΟΙ ΑΓΡΙΟΚΥΚΝΟΙ
Μια φορά και έναν καιρο σε ένα τόπο μακρινό ζούσε ένας καλόκαρδος βασιλιάς ο οποίος έχει μια κόρη και έντεκα γιούς.Την κόρη του την έλεγαν Ελίζα.Η βασίλισσα είχε πεθάνει και ο βασιλιάς ξαναπαντρεύτηκε.Η καινούργια βασίλισσα ήταν όμορφη αλλά πολύ κακιά.
Η κακιά βασίλισσα κάποια μέρα έδιωξε την Ελίζα από το παλάτι σε ένα αγρόκτημα τα δε βασιλόπουλα τα μεταμόρφωσε σε έντεκα κύκνους.Στον βασιλιά είπε όταν αναζήτησε την Ελίζα και τους πρίγκιπες ότι τηνΕλιζα την έστειλε εσωτερική σε σχολείο τους δε πρίγκιπες σε στρατιωτική σχολή.
Ο καλοκάγαθος βασιλιάς την πίστεψε.Τα χρόνια πέρασαν η Ελίζα μεγάλωσε και αποφάσισε να πάει στο παλάτι να δει τον πατέρα της και τα αδέρφια της.Μολις την είδαν οι φρουροί την ρώτησαν ποια είναι και εκείνη τους είπε ότι είναι η πριγκίπισσα και θέλει να δει τον πατέρα της.Οι φρουροί πήγαν στην βασίλισσα και εκείνη τους είπε να πάνε την Ελίζα κοντά της.Η βασίλισσα σαν είδε την όμορφη Ελίζα την έβαψε και την έκανε πολύ άσχημη και έτσι την παρουσίασε στον βασιλια. Ο βασιλιάς νόμισε ότι είναι απατεώνισσα και την έδιωξε. Η Ελίζα περιπλανήθηκε στο δάσος έφτασε σε ένα ποτάμι και εκεί έπλυνε το πρόσωπο της από τις βαφές της μητριάς της.Τα μάτια της γέμισαν δάκρυα έκλαιγε απελπισμένη όταν βλέπει δίπλα της μια γριούλα που την ρώτησε γιατί κλαίει.Η Ελίζα εξήγησε ότι την συμβαίνει και την ρωτάει αν είδε κάπου έντεκα βασιλόπουλα.Η γριούλα είπε πως είδε σε μια λίμνη έντεκα κύκνους με κορώνες στο κεφάλι της.Η Ελίζα πήγε στην λίμνη και περίμενε κρυμμένη.Το ηλιοβασίλεμα έφτασαν οι κύκνοι και μόλις πάτησαν στη γη έγιναν έντεκα πρίγκιπες τα αδέρφια της.
Η Ελίζα φανερώθηκε και γεμάτη χαρά όλοι αγκαλιάστηκαν.Οι πρίγκιπες τη είπαν για ότι τους έκανε η κακιά βασίλισσα και ότι την ημέρα είναι κύκνοι αλλά το βραδυ γίνονται ξανά άνθρωποι.Τα αδέρφια της την είπαν επίσης ότι το χάραμα πρέπει να φύγουν για την μακρινή χώρα που ζουν όλο τον χρόνο και μόνο έντεκα μέρας έρχονται στην πατρίδα τους.Το πρωί πρέπει να γυρίσουν πίσω.Η Ελίζα τους είπε να την πάρουν μαζί τους και άρχισαν να σκέφτονται τον τρόπο.Το μικρό βασιλόπουλο είχε μια ιδέα να κάνουν ένα δίχτυ με χόρτα και εκεί να βάλουν την αδερφή τους και όλοι μαζί να την κουβαλήσουν πιάνοντας το δίχτυ με το Ράμφος τους.Ετι και έγινε όλη την νύχτα έπλεκαν το δίχτυ και το πρωί ήταν έτοιμο έβαλαν πάνω την Ελίζα και ξεκίνησαν το ταξίδι για το μακρινό βασίλειο.
Πετούσαν πάνω από θάλασσες και μόλις άρχισε να νυχτώνει βρίσκανε ένα ξερονήσι και έμειναν εκεί την νύχτα. Το πρωί συνέχισαν το ταξίδι για την μακρινή πολιτεία. Καθώς πετούσαν πάνω από τα σύννεφα η Ελίζα είδε ένα τεράστιο λευκό παλάτι και τα αδέρφια της είπαν ότι εκεί κατοικεί η μάγισσα Μοργκανα.Το σούρουπο έφτασαν σε μια σπηλιά και είπαν την Ελίζα ότι εκεί μένουν.Η Ελίζα σκεφτόταν τι τρόπο να βρει για να λυθούν τα μαγιά των αδερφών της.Οταν αποκοιμήθηκε είδε στον ύπνο της ότι πήγε στο παλάτι της μάγισσας και εκεί εμφανίστηκε η μάγισσα που ήταν η γριούλα που την είχε πει που να βρει τα αδέρφια της. Εκείνη την είπε τι να κάνει.
«Αν θες να λυθούν τα μαγιά θα μαζέψεις από το νεκροταφείο τσουκνίδες θα τις κανείς νήμα και θα πλένεις έντεκα πουκάμισα και θα τα βάλεις πάνω σε κάθε πρίγκιπα έτσι τα μαγιά θα λυθούν και δεν θα ξαναγίνουν ποτέ κύκνοι. Όσο όμως πλέκεις δεν θα μιλήσεις για κανένα λόγο.»
Έτσι έκανε άρχισε να πλέκει το πρώτο πουκάμισο αμιλητη και τα αδέρφια της κατάλαβαν ότι κάτι κάνει για το καλό τους. Μια μέρα ενώ τα αδέρφια της έλειπαν ακούστηκαν σκυλιά να γαβγίζουν έξω και σε λίγο μπήκαν στην σπίτια και πίσω τους ένας άντρας που ήταν ο βασιλιάς της χώρας. Σαν είδε την Ελίζα μαγευτικές από την ομορφιά της και την ρώτησε τι κάνει μόνη σε αυτήν την ερημιά. Εκείνη δεν μπορούσε να μιλήσει και όταν ο βασιλιάς έιπε ότι θα την πάρει στο παλάτι άρχισε να κλαίει. Ο βασιλιάς πήρε την Ελίζα με τα πράγματα της τα πουκάμισα και τις τσουκνίδες και πήγε στο παλάτι. Την έδωσε ένα όμορφο δωμάτιο και εκεί η Ελίζα συνέχισε το πλέξιμο.
Ο αρχιεπισκόπους όμως δεν συμπάθησε την Ελίζα και περισσότερο ακόμα όταν ο βασιλιάς την παντρεύτηκε προσπαθούσε να βρει τρόπο να την συκοφαντήσει στον βασιλιά.
Ένα βραδυ η Ελίζα αναγκάστηκε να πάει στο νεκροταφείο επειδή οι τσουκνίδες είχαν τελειώσει. Βγήκε λοιπόν μέσα στην νύχτα αλλά πίσω της ακολούθησε και ο αρχιεπισκόπους για να δει που πάει. Το πρωί λέει στον βασιλιά ότι είναι σίγουρος πως η Ελίζα είναι μάγισσα. Ο βασιλιάς δεν ήθελε να το πιστέψει αλλά όταν βγήκε πάλι η Ελίζα να μαζέψει τσουκνίδες μαζί με τον αρχιεπίσκοπο την ακολούθησαν.
Εξαγριωμένος ο βασιλιάς και νομίζω νταής ότι η Ελίζα είναι μάγισσα την έριξε στην φυλάκη μαζί και τα πουκάμισα και η Ελίζα συνέχισε να πλέκει. Το πρωί την έβαλαν σε ένα καρό και την πήγαιναν στην πλατεία να την εκτελέσουν. Τα πουκάμισα τα είχε μαζί της και προσπαθούσε να τελειώσει και το τελευταίο. Ενώ το καρό ήταν κοντά στην πλατεία οι κύκνοι άρχισαν να πετάνε πάνω από την Ελίζα. Εκείνη άρχισε να τους βάζει έναν έναν τα πουκάμισα και οι κύκνοι άρχισαν να γίνονται πρίγκιπες. Τώρα η Ελίζα μπορούσε να μιλήσει και είπε σε όλους ότι είναι αθώα. Εξήγησε ότι ότι έκανε το έκανε για να σώσει τα αδέρφια της. Ο βασιλιάς την αγκάλιασε ανακουφισμένος και χαρούμενος. Όλοι μαζί πήγαν να βρουν τον πατέρα τους και όταν του είπαν τι πέρασαν από την κακιά βασίλισσα ο γερό βασιλιάς την έδιωξε κακήν κακώς.Ετσι έζησαν ευτυχισμένοι καλά και εμείς καλύτερα .
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου