Παρασκευή 18 Ιανουαρίου 2019

     


ΤΑ ΤΡΙΑ ΓΟΥΡΟΥΝΑΚΙΑ

 Μια φορά κι έναν καιρό ήταν τρία γουρουνάκια που ζούσαν με την μαμά τους την κυρία γουρούνα.Μια μέρα η μαμά τους λέει στα τρία γουρουνάκια.
«Παιδάκια μου μεγαλώσατε και πρέπει να κάνετε τα δικά σας σπιτάκια είναι καιρός να πάρετε την ζωή στα χερια σας»
Τα γουρουνάκια κοίταξαν την μαμά τους ανήσυχα 
«Πρέπει να φύγουμε από το σπίτι; Και που να πάμε; Δεν ξέρουμε τίποτα από τον κόσμο»
«Μην φοβάστε τους λέει η μαμά τους μόνο να προσέχετε πολύ τον κακό λύκο γιατί είναι πονηρός και κακός»
 
 Έτσι τα τρία γουρουνάκια αποχαιρέτησαν την μαμά τους και πήραν το δρόμο πρωί πρωί.Καθώς προχωρούσαν συνάντησαν έναν χωρικό που στο κάρο του είχε άχυρα.Του λέει το ένα γουρουνάκι.
«Μου δίνεις λίγα άχυρα για να χτισω το σπιτάκι μου;» Ο χωρικός του έδωσε αρκετά άχυρα για να χτίσει το σπιτάκι που ήθελε.Τα αλλά δυο γουρουνάκια συνέχισαν τον δρόμο τους.
Καθώς προχωρούσαν συνάντησαν ένα χωρικό που το κάρο του ήταν φορτωμένο με ξύλα.Το δεύτερο γουρουνάκι λέει στον χωρικό.
«Μου δίνεις λίγα ξύλα για να χτίσω το σπιτάκι μου;»
Ο χωρικός του έδωσε αρκετά από τα ξύλα του για να χτίσει το σπιτάκι του.
Ο μεγαλύτερος αδερφός τους συνέχισε τον δρόμο του οσίου συνάντησε έναν χωρικό που το  κάρο ήταν φορτωμένο με πέτρες 
«Μου δίνεις λίγες πέτρες για να χτίσω το σπιτάκι μου;» Λέει το γουρουνάκι.
Ο χωρικός έδωσε στο γουρουνάκι αρκετές πέτρες για να χτίσει το σπιτάκι του.
Το μικρό γουρουνάκι έχτισε το σπιτάκι από άχυρο και αφού το τελείωσε έκατσε στην αυλή να ξεκουραστεί.Ομως ο κακός λύκος που τριγυρνούσε με άδειο το στομάχι του πεινασμένος μόλις είδε το γουρουνάκι έτρεξαν τα σάλια του και άρχισε σιγά σιγά να πλησιάζει το γουρουνάκι.Εκεινο τον είδε και έτρεξε μέσα στο σπιτάκι του.
«Άνοιξε με γουρουνάκι δεν θα σε πειράξω μη φοβάσαι.»
«Όχι δεν σε ανοίγω γιατί θα με φας!»
«Άνοιξε με γιατί θα φυσηξω και θα γκρεμίσω το σπιτάκι σου λέει ο λύκος.Και μια και δυό φουσκώνει και φυσάει δυνατά και γκρεμίζει το σπιτάκι από άχυρα.Το μικρό γουρουνάκι τρέχει και μπαίνει στο σπιτάκι του δεύτερου αδερφού του και κλειδώνονται φοβισμένα.Ο κακός λύκος χτυπάει την πόρτα και λέει. 
«Άνοιξε με γουρουνάκι δεν θα σε πειραξω»
«Όχι δεν σε ανοίγω γιατί θα μας φας»
Άνοιξε με γιατί αλλιώς θα φυσήξω και το σπιτάκι σου θα πέσει» και μια και δυο φουσκώνει φυσάει πάρτο κάτω το ξύλινο σπιτάκι.



Τα δυο γουρουνάκια έτρεξαν γρήγορα στο σπιτάκι του μεγάλου αδερφού τους και κλειδώθηκαν μέσα και Νάσου και ο κακός λύκος το κατόπιν.
«Άνοιξε με γουρουνάκι δεν θα σε πειραξω.»
Όχι δεν σε ανοίγω γιατί θα μας φας»
«Άνοιξε γιατί θα φυσηξω και το σπιτάκι σου θα πέσει» είπε ο λύκος.Και μια και δυο φουσκώνει φυσάει τίποτα το σπιτάκι το χτιστό με πέτρες δεν πέφτει.Φουσκωνει φυσάει πάλι ο λύκος τίποτα.Νευριαζει ξανά φυσάει το σπιτάκι όρθιο.Σκεφτεται τότε πως να βγει τρόπο να μπει μέσα.
Βλέπει την καμινάδα και αρχίζει να ανεβαίνει στην σκεπή.Τα γουρουνάκια τον άκουσαν και κατάλαβαν τι πάει να κάνει.Το μεγάλο γουρουνάκι πάει στο τζάκι και βγάζει το καπάκι της μεγάλης χύτρας που έβραζε νερό.Ολυκος δίνει μια και πηδάει μέσα από την καμινάδα στο τζάκι και στο βραστό νερό και αφού κάηκε άρχισε να τρέχει φωνάζοντας προς το δάσος.Ετσι τα τρία γουρουνάκια υσηχασαν από τον κακό λύκο και ζήσανε αυτά καλά και εμείς καλύτερα!





Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Η ΑΣΠΡΗ ΓΑΤΑ   Μια φορά κι έναν καιρό ήταν ένας βασιλιάς που είχε τρεις γιους, που ήταν όλοι τόσο έξυπνοι και γενναίοι που άρχισε να φοβάται...